Θερινός

Στη διαδρομή ανάμεσα στα χείλη σου και τον αφαλό, ξαπόστασα λιγάκι σε μια γλυκιά ψευδαίσθηση που την είπα επόμενη μέρα. Βουτήξαμε μαζί στην πισίνα με το χτεσινό νερό και το είπαμε θάλασσα και αυτό εδώ το πιο όμορφο καλοκαίρι. Στη θέα του grande resort “επανάληψη” αποφασίσαμε να φορέσουμε τα νέα μας γυαλιά ηλίου που θολώνουν την όραση και στην ειδική παραγγελία είπαμε να καλύβουν και τα αυτιά. Έτοιμοι για καλοκαίρι, αυτομολήσαμε στο ίδιο πριν με το τώρα και παίξαμε με τα κουβαδάκια μας κάνοντας πύργους στην άμμο που όλοι θα ζήλευαν. Ή όχι. Είπα στον μπάρμαν να μην λυπηθεί τον πάγο και αυτός έβαλε τα κλάμματα. Η μπύρα λέει τελείωσε, αλλά έχω φρέσκο γάλα που είναι λέει το νέο trend και αν το πιεις να’σαι σίγουρος ότι όλοι θα σε κοιτάζουν, μου είπε με αλλήθωρα μάτια και εξυπηρέτησε τον επόμενο πελάτη, το κενό σκαμπό δίπλα μου. Η μουσική έπαιζε πολύ δυνατά, σχεδόν όσο δυνατά τεντωνόταν ο πρηγούμενος χειμώνας για να αγγίξει τον επόμενο και εγώ στη μέση με το ποπ κορν στο σινεμά της ζωής μου που έπαιζε σε επανέκδοση το Le Feu Follet του Λουί Μαλ να αισθάνομαι λίγο περισσότερο μαλ-άκας. Κυρίως, για το ότι τον χρόνο που περνά τον καταλαβαίνω μόνο το καλοκαίρι. Σαν η ταυτότητα να μην γράφει ημερομηνία γέννησης 9 Απριλίου, αλλά απλά “καλοκαίρι” και κάθε τέτοιο εγώ να έχω τα γενέθλια μου φυσώντας κεράκια που δεν σβήνουν και κόβωντας την τούρτα με γεύση τρούφα και πόσο την σιχαίνομαι την τρούφα καλοκαιριάτικα, όντας σε  αυτό το νησί και όχι σε εκείνο το διπλανό που οι τούρτες έχουν γεύση τεκίλα και εσύ από κάτω με το στόμα ανοιχτό να περιμένεις τις σταγόνες.

Το καλοκαίρι θέλει Κίνηση και εδώ τα τρένα είναι κολλημένα στους σταθμούς λόγω τεχνικού προ-βλήματος. Στην ταινία του Μαλ, ο Alain Leroy, ένας Tyler Durden σε πρόωρη σύνταξη, είναι περπατημένος, καλοζωισμένος και τώρα ζει με το βάρος των συντριπιτικά περισσότερων “ναι” της ζωής που τώρα αναπολεί. Κάνει μια τελευταία βόλτα από τα στέκια του, από εκείνο το μπαρ, από τους φίλους που ξέμειναν και από εκείνες τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες από γυναίκες. Πάντα επανέρχεται εκεί, αλλά πάντα ανήκει ΕΚΕΙ όλο και λιγότερο. Για τον Alain Leroy, δεν είναι καλοκαίρι, αλλά ο χρόνος έχει σταματήσει, όπως συνήθως σταματάει όταν κοιτάς εκείνο το θαυματουργό πανί σε εκείνο το θερινό σινεμά, με το χαλίκι και την αστρόσκονη. Εκεί οι δικές του καλύτερες στιγμές, αλλά και οι δικές σου. Η ζωή να μιμείται την τέχνη και η τέχνη τη ζωή και οι πρωταγωνιστές να πηδάνε από το πανί και να σε κυνηγάνε ανάμεσα στους υπόλοιπους θεατές στο διάδρομο. Το καλοκαίρι θέλει κίνηση και στο θερινό τα τρένα περνάνε από τους σταθμούς με τα χίλια. Άφθονη ρέει η κηροζίνη και εσύ την πίνεις από κουτάκι με καλαμάκι και ανθρακικό ταξιδεύοντας από το εδώ και το τώρα στο Παρίσι του 63′ για το Le feu Follet, με μια στάση από τη Ρώμη της ίδιας χρονιάς που ο Φελίνι παρουσιάζει το 8 1/2. Στην avant premiere, έκανες κολλητό τον Μαστρογιάννι και πίνατε μπύρες στο φουαγιέ συζητώντας για την ταινία, ενώ χάρηκες πολύ όταν η ίδια η Κλαούντια Καρντινάλε ήρθε και σε ευχαρίστησε προσωπικά που έκανες όλη αυτή την απόσταση για να έρθεις ως εδώ. Υποσχέθηκες στο επόμενο ταξίδι να ξαναπεράσεις, αλλά εκείνη τη στιγμή, κάποιος έβγαλε ένα όπλο μπροστά στα μάτια σου και τη σκότωσε. Το όπλο λεγόταν τηλε-κοντρόλ και η σφαίρα διαμετρήματος 45 χιλιοστών διαπέρασε την οθόνη και έβαλε το MEGA που είχε κάτι σε επανάληψη. Αποφασίσαμε να διαμαρτυρηθούμε με ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΗ παίρνοντας και άλλο ποπ κορν, ενώ από τα διπλανά σπίτια μας έλεγαν να κάνουμε ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ησυχία, γιατί σε λίγο θα έβαζε διαφημίσεις.

Το κείμενο γράφτηκε για το 14ο τεύχος της εφημερίδας πόλης ΜΟΝΙΤΟΡ, η οποία κυκλοφορεί στο Ηράκλειο Κρήτης και τα περίχωρα. Τώρα και στις παραλίες. Σε θερινά σινεμά, δεν κυκλοφορεί, γιατί πολύ απλά δεν έχουμε. Άουτς!

Σημείωση: Οκ, έχουμε ένα θερινό. Είναι ένας δημοτικός κινηματογράφος που λέγεται “Βηθλεέμ” και θα έπρεπε για προφανείς λόγους να έχει ήδη μετονομαστεί σε “Όαση”. Σκέφτηκα να μοιραστώ μαζί σας και το site του και το πρόγραμμα προβολών: http://cine-bethlehem.blogspot.com/

Leave a comment